Το κουτί της Πανδώρας
Αφού έμαθες για τη φωτιά του Προμηθέα, τώρα θα ανακαλύψεις τι συνέβη όταν οι άνθρωποι την απέκτησαν.
Ο Δίας, ο βασιλιάς των θεών, δεν έμεινε αδρανής. Ετοίμασε μια παγίδα καλοφτιαγμένη, όμορφη και γεμάτη… μυστήριο.
Διάβασε τον δεύτερο μύθο για να μάθεις τι έκρυβε το πιθάρι της Πανδώρας
και γιατί η Ελπίδα ήταν το πιο σημαντικό "κακό" απ’ όλα.
Όσα θα μάθεις εδώ θα σε βοηθήσουν να λύσεις τους γρίφους και να αποδράσεις από το δεύτερο δωμάτιο των Μυθοδραπέτων!
Η φωτιά είχε φτάσει πια στους ανθρώπους. Ζεσταίνονταν, έφτιαχναν εργαλεία, άρχισαν να χτίζουν μικρούς οικισμούς. Ο κόσμος τους άλλαζε.
Αλλά ο Δίας δεν είχε ξεχάσει…
Μπορεί να είχε τιμωρήσει τον Προμηθέα, αλλά τώρα ήθελε να στραφεί κατά των ίδιων των ανθρώπων. Ήθελε να τους διδάξει πως κάθε δώρο έχει το τίμημά του. Έτσι, σκέφτηκε μια τιμωρία που δεν θα φαινόταν τιμωρία – μια παγίδα όμορφη σαν όνειρο.


Διέταξε τον Ήφαιστο, τον θεό της φωτιάς, να πλάσει μια γυναίκα από χώμα και νερό. Ο Ήφαιστος την έπλασε με τέχνη σπάνια.
Ύστερα, οι υπόλοιποι θεοί της χάρισαν δώρα:
η Αθηνά της έδωσε σοφία και ικανότητα να υφαίνει,
η Αφροδίτη ομορφιά και γοητεία,
ο Ερμής πονηριά και περιέργεια,
ο Απόλλωνας μουσική φωνή και χάρη στην κίνηση.
Γι’ αυτό και την ονόμασαν Πανδώρα, δηλαδή «αυτή που έχει όλα τα δώρα».


Μα το πιο σημαντικό "δώρο" της, ήταν ένα μεγάλο πιθάρι – ένα δοχείο σφραγισμένο που δεν έπρεπε ποτέ να ανοίξει. Τι είχε μέσα; Η Πανδώρα δεν ήξερε. Ούτε της το εξήγησε κανείς. Μόνο την προειδοποίησαν να μην το αγγίξει ποτέ.
Ο Δίας την έστειλε στη Γη, όπου την υποδέχτηκε ο Επιμηθέας, αδελφός του Προμηθέα. Εκείνος, γοητευμένος από την ομορφιά και τη χάρη της, ξέχασε τις προειδοποιήσεις του αδελφού του και την έκανε σύζυγό του.


Η Πανδώρα, όμως, όπως κάθε άνθρωπος που κουβαλά περιέργεια στην καρδιά, δεν άντεξε.
Μια μέρα πλησίασε δειλά το πιθάρι. Το άγγιξε. Το κοίταξε. Ψιθύρισε: «Τι να ’χει άραγε μέσα; Μπορεί... κάτι καλό; Ίσως ένα δώρο;» Και το άνοιξε.
Ξαφνικά, μια θύελλα σκοτεινών πλασμάτων ξέσπασε από μέσα! Πέταξαν στον ουρανό, κύλησαν στη γη και σκορπίστηκαν σε κάθε γωνιά του κόσμου:
ο πόνος, η αρρώστια, ο πόλεμος, το ψέμα, η πείνα, ο θάνατος…
Οι άνθρωποι τρόμαξαν. Άρχισαν να κλαίνε, να αρρωσταίνουν, να παλεύουν μεταξύ τους. Ο κόσμος που μόλις είχε αρχίσει να φωτίζεται, βυθίστηκε ξανά στο σκοτάδι της δυστυχίας.


Μα τότε... η Πανδώρα άκουσε έναν ψίθυρο μέσα στο πιθάρι. Μια απαλή φωνή. Έσκυψε και κοίταξε. Στον πάτο του, ένα μικρό φως έτρεμε και έλαμπε. Ήταν η Ελπίδα.
Η μόνη που δεν πρόλαβε να δραπετεύσει όταν άνοιξε το πιθάρι. Έμεινε εκεί, κουλουριασμένη στο βάθος, αλλά δυνατή όσο και απαλή.
Η Πανδώρα την άφησε να βγει και τότε, για πρώτη φορά, οι άνθρωποι σήκωσαν το κεφάλι. Μπορεί να υπήρχαν δυσκολίες πια, όμως η Ελπίδα φώλιασε στις καρδιές τους.
Και από τότε, ακόμη και μέσα στις πιο σκοτεινές μέρες, η Ελπίδα παραμένει πάντα μαζί τους.

Μα το κουτί δεν άνοιξε τελείως…
Η Ελπίδα μπορεί να έμεινε στις καρδιές των ανθρώπων, μα οι δοκιμασίες τους δεν τελείωσαν.
Στην Κρήτη, κάτω από το παλάτι του βασιλιά Μίνωα, μια τρομακτική απειλή κρυβόταν στο σκοτάδι…
Ένα τέρας με σώμα ανθρώπου και κεφάλι ταύρου, γεννημένο από θεϊκή αλαζονεία και ανθρώπινα λάθη. Ο Μινώταυρος.
Και γύρω του, ένα τεράστιο πέτρινο παζλ, ο Λαβύρινθος.
Ποιος θα τολμήσει να μπει;
Ποιος θα βρει τον δρόμο του μέσα από τα σκοτεινά περάσματα;
Πάτησε εδώ για να συνεχίσεις την περιπέτειά σου με τον τρίτο μύθο:
Ο Λαβύρινθος του Μινώταυρου.