Ο Λαβύρινθος του Μινώταυρου
Στην επόμενη ιστορία, οι Μυθο-Δραπέτες φτάνουν στην Κρήτη!
Εκεί, ένας σκοτεινός και δαιδαλώδης λαβύρινθος κρύβει ένα τρομερό πλάσμα: τον Μινώταυρο.
Μέσα από την ιστορία του βασιλιά Μίνωα, του Θησέα και της Αριάδνης, θα ανακαλύψεις πώς η εξυπνάδα και το θάρρος μπορούν να νικήσουν ακόμα και τον μεγαλύτερο φόβο…
Ετοιμάσου για μια περιπέτεια με αγωνία, γρίφους και μια κόκκινη κλωστή!
Όσα θα μάθεις εδώ θα σε βοηθήσουν να λύσεις τους γρίφους και να αποδράσεις από το τρίτο δωμάτιο των Μυθοδραπέτων!
Πολλά χρόνια πριν, στην πανέμορφη Κρήτη, βασίλευε ένας πανίσχυρος και σοφός βασιλιάς, ο Μίνωας. Όμως, πίσω από τη λαμπερή του εξουσία, υπήρχε ένα μεγάλο και σκοτεινό μυστικό.


Κάτω από το παλάτι του στην Κνωσό, υπήρχε ένα τεράστιο, πολύπλοκο και τρομακτικό κατασκεύασμα: ο Λαβύρινθος. Ένα πέτρινο τέρας από διαδρόμους και παγίδες, φτιαγμένο από τον σοφό Δαίδαλο.
Μέσα εκεί ζούσε ο Μινώταυρος, ένα τρομακτικό πλάσμα με σώμα ανθρώπου και κεφάλι ταύρου, γεννημένο από μια κατάρα των θεών. Η μοίρα των ανθρώπων που έμπαιναν στον Λαβύρινθο ήταν μία: κανείς δεν έβγαινε ζωντανός.


Όλα ξεκίνησαν όταν οι Αθηναίοι, σε γιορτή προς τιμήν της θεάς Αθηνάς, σκότωσαν από ζήλια τον γιο του Μίνωα που είχε νικήσει σε όλους τους αγώνες. Οργισμένος, ο βασιλιάς της Κρήτης εκστράτευσε στην Αθήνα, την νίκησε και την ανάγκασε να πληρώνει φόρο: κάθε εννιά χρόνια, η Αθήνα έπρεπε να στέλνει επτά αγόρια και επτά κορίτσια στην Κρήτη, θυσία για τον Μινώταυρο.
Την τρίτη φορά που έφτασε αυτή η θλιβερή μέρα, στην Αθήνα βασίλευε ο Αιγέας. Ο γιος του, ο Θησέας, ένας γενναίος νέος, δεν άντεξε άλλο τον πόνο του λαού του. Πήρε την απόφαση να ταξιδέψει με τα υπόλοιπα παιδιά στην Κρήτη και να αντιμετωπίσει το τέρας.


Ο Αιγέας τον αποχαιρέτησε στο λιμάνι, δακρυσμένος, και του είπε:
«Αν γυρίσεις ζωντανός, βάλε άσπρα πανιά στο καράβι. Αν όχι, ας μείνουν μαύρα».
Το καράβι έφτασε στην Κρήτη και εκεί ο Θησέας γνώρισε την Αριάδνη, κόρη του Μίνωα. Μόλις τον είδε, μαγεύτηκε από το θάρρος και την ομορφιά του. Κι εκείνη, κρυφά, αποφάσισε να τον βοηθήσει.


Του έδωσε ένα κουβάρι νήμα, τον μίτο της Αριάδνης, και του είπε:
«Δέσε την άκρη στην είσοδο του Λαβύρινθου και ξετύλιγέ το. Έτσι θα βρεις πώς να βγεις».
Ο Θησέας μπήκε στον Λαβύρινθο. Οι σκιές ήταν βαριές, οι τοίχοι ψηλοί και όλα ίδια. Κάθε βήμα ακουγόταν σαν χτύπος καρδιάς. Ξαφνικά… ένα μουγκρητό αντήχησε στον αέρα. Ο Μινώταυρος εμφανίστηκε, άγριος και τρομακτικός!
Ξεκίνησε μια φοβερή μάχη. Ο Θησέας, με θάρρος, όπλισε το σπαθί του και πάλεψε με το τέρας. Χρειάστηκε όλη του τη δύναμη και την εξυπνάδα… αλλά στο τέλος, νίκησε.


Ακολούθησε το νήμα πίσω και βγήκε από τον Λαβύρινθο. Οι νέοι της Αθήνας τον αγκάλιασαν, κλαίγοντας από χαρά.
Το ίδιο βράδυ ο Θησέας και οι νέοι της Αθήνας έφυγαν κρυφά µε το πλοίο τους από την Κρήτη. Μαζί τους, έφυγε και η Αριάδνη.


Σα να μην έφτανε η περιπέτεια, έκαναν μια μικρή στάση στη Νάξο… όπου η μοίρα τους επιφύλασσε άλλη μια έκπληξη: ο θεός Διόνυσος ερωτεύτηκε την Αριάδνη και την πήρε μαζί του, για να την κάνει θεά.
Ο Θησέας, αν και δεν είχε ερωτευτεί την Αριάδνη στεναχωρήθηκε για το χαμό της... Με βαριά καρδιά, συνέχισε προς την Αθήνα… όμως μέσα στη θλίψη του, ξέχασε να αλλάξει τα πανιά. Ο πατέρας του, ο Αιγέας, στεκόταν σε ένα βράχο στο Σούνιο και περίμενε. Και όταν είδε τα μαύρα πανιά, πίστεψε πως ο γιος του πέθανε.


Από τον πόνο του, έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε. Από τότε, η θάλασσα εκείνη ονομάστηκε Αιγαίο πέλαγος, για να τον θυμούνται όλοι.
Μα η ιστορία του λαβυρίνθου δεν τελειώνει εδώ...
Ο Δαίδαλος, ο μεγάλος εφευρέτης που τον έφτιαξε, κρατιέται φυλακισμένος στην Κρήτη μαζί με τον γιο του, τον Ίκαρο.
Πώς θα καταφέρουν να δραπετεύσουν;
Μια συναρπαστική πτήση θα σε ταξιδέψει στον τελευταίο μύθο του κουτιού...
Πάτησε εδώ για να συνεχίσεις την περιπέτειά σου και να πετάξεις μαζί τους!