Ο Προμηθέας και η Φωτιά των Ανθρώπων
Στη σελίδα αυτή θα διαβάσεις έναν από τους πιο συναρπαστικούς μύθους της αρχαιότητας: την ιστορία του Προμηθέα, του τιτάνα που τόλμησε να αψηφήσει τους θεούς για να βοηθήσει τους ανθρώπους.
Μέσα από το αφήγημα θα γνωρίσεις τη δύναμη της φωτιάς, τη θυσία, αλλά και το θάρρος που χρειάζεται για να κάνεις το σωστό.
Διάβασε προσεκτικά, γιατί όσα θα μάθεις εδώ θα σε βοηθήσουν να λύσεις τους γρίφους και να αποδράσεις από το πρώτο δωμάτιο των Μυθοδραπέτων!
Πολύ παλιά, τότε που οι θεοί κατοικούσαν στον Όλυμπο και οι άνθρωποι μόλις είχαν αρχίσει να εμφανίζονται στη Γη, ο κόσμος ήταν γεμάτος σκοτάδι και κρύο. Οι άνθρωποι δεν ήξεραν πώς να ζεσταθούν, πώς να μαγειρέψουν ή πώς να φτιάξουν εργαλεία. Ζούσαν φοβισμένοι, σαν μικρά παιδιά που προσπαθούν να περπατήσουν χωρίς φως.


Ο Δίας, ο βασιλιάς των θεών, είχε φροντίσει να χαρίσει σπουδαία δώρα στους υπόλοιπους θεούς: στον Απόλλωνα τη μουσική, στην Αθηνά τη σοφία, στον Ποσειδώνα τις θάλασσες. Μα για τους ανθρώπους δεν έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα. Τους άφησε αβοήθητους, χωρίς φωτιά, χωρίς γνώση. Ίσως γιατί φοβόταν ότι, αν μάθουν πολλά, θα γίνουν πολύ ισχυροί…
Όμως, ο Προμηθέας, ο γιος του Τιτάνα Ιαπετού και της Θέμιδας, δεν μπορούσε να βλέπει τους ανθρώπους να υποφέρουν. Ήταν φίλος τους, τους λυπόταν, τους πίστευε. Ήξερε πως, αν τους έδινε ένα εργαλείο τόσο δυνατό όσο η φωτιά, θα μπορούσαν να προχωρήσουν, να δημιουργήσουν, να σταθούν στα πόδια τους.


Έτσι, μια νύχτα ανέβηκε κρυφά στον Όλυμπο. Περπάτησε προσεκτικά μέχρι το εργαστήρι του Ήφαιστου, του θεού της φωτιάς και των μετάλλων, και έκλεψε μια φλόγα. Την έκρυψε μέσα σε ένα κούφιο καλάμι και τη μετέφερε στη Γη. Όταν οι άνθρωποι είδαν τη φωτιά να τρεμοπαίζει μπροστά τους, δεν πίστευαν στα μάτια τους!
Με τη βοήθεια του Προμηθέα, έμαθαν να λιώνουν τα μέταλλα, να φτιάχνουν εργαλεία, να ψήνουν το φαγητό τους, να ζεσταίνονται.
Η ανθρωπότητα έκανε τα πρώτα της βήματα προς τον πολιτισμό.


Όμως ο Δίας θύμωσε πολύ. Πώς τόλμησε ο Προμηθέας να αψηφήσει τη βούλησή του; Για να τον τιμωρήσει, τον έδεσε στον Καύκασο, σ’ ένα άγριο και αφιλόξενο βουνό. Εκεί, αλυσοδεμένος πάνω σε έναν βράχο, ο Προμηθέας υπέφερε. Κάθε μέρα, ένας τεράστιος αετός ερχόταν και του έτρωγε το συκώτι – και κάθε βράδυ, το συκώτι του ξανάβγαινε, για να υποφέρει ξανά την επόμενη μέρα. Ήταν μια αιώνια τιμωρία, μια θυσία για το καλό των ανθρώπων.
Πέρασαν τριάντα χρόνια.
Ώσπου, μια μέρα, ένας ήρωας περνούσε από εκεί. Ήταν ο Ηρακλής, στο ταξίδι για τους άθλους του. Όταν είδε τον Προμηθέα δεμένο και βασανισμένο, δε δίστασε. Σκότωσε τον αετό με το τόξο του και έσπασε τις αλυσίδες του Προμηθέα, χαρίζοντάς του την ελευθερία.


Ο Προμηθέας ήταν πλέον ελεύθερος – κι η φωτιά είχε ήδη ριζώσει στην καρδιά των ανθρώπων. Από τότε, δεν έσβησε ποτέ.
Κι όμως… η ιστορία δεν τελειώνει εδώ!
Ο θυμός του Δία δεν σταμάτησε στον Προμηθέα. Για να τιμωρήσει τους ανθρώπους που δέχτηκαν το δώρο της φωτιάς, σκέφτηκε κάτι πολύ πιο ύπουλο...
Έστειλε στη Γη μια γυναίκα, όμορφη σαν θεά, αλλά με ένα μυστικό κουτί που δεν έπρεπε ποτέ να ανοίξει...
Πάτησε εδώ για να συνεχίσεις την περιπέτειά σου με τον δεύτερο μύθο:
Το κουτί της Πανδώρας.